Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2018

ΚΩΣΤΑΣ ΡΕΟΥΣΗΣ: ΣΜΠΑΡΑΛΙΑ (ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΣΕ 12 ΩΡΕΣ ΚΑΙ 3 ΦΩΝΕΣ)/ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΙΓΑΙΟΝ/ΚΟΥΚΚΙΔΑ (Λευκωσία-Αθήνα, 2018)



Και να που για μια φορά ακόμη έχουμε Ρεούση σε έντυπη μορφή, και να που μια φορά ακόμη ο Ρεούσης έκανε την ανατροπή όσον αφορά την υφολογία των ποιημάτων: 1 ποίημα, 12 ώρες, 3 φωνές! 
Όσοι ξέρουν τον Ρεούση, ξέρουν πως πρόκειται να διαβάσουν ποιήματα-παγίδες τετριμμένων στίχων, ούτε πλαστικοποιημένες συναισθηματικές εξάρσεις, μα θα ανακαλύψουν μια φορά ακόμη, τι σημαίνει ο όρος "απασφαλισμένη χειροβομβίδα" με τη μορφή στιχομυθίας. 
Και πάλι οι λέξεις του Ρεούση, είναι τόσο εύστοχες και διαλεγμένες-τοποθετημένες στη σωστή φορά και διάταξη που μοιάζουν σαν στρατιώτες έτοιμοι να πέσουν στη φωτιά της μάχης-έτοιμοι για ζωή ή για θάνατο. Παρότι υπερρεαλιστής, ο ποιητής, έχει μια στρατιωτική πειθαρχία όσον αφορά τη σωστή επιλογή των λέξεων και τη μορφολογία που αυτές θα συνθέσουν μεταξύ τους. Σαν στρατηγός που ετοιμάζει τους στρατιώτες του για την τελική μάχη στέκει ο ποιητής, τη μάχη που θα καθορίσει την έκβαση του πολέμου, αυτού του πολέμου που τέλος δεν γνωρίζει.
Μετά τον πόλεμο, ένας άλλος πόλεμος αρχίζει στην ποίηση του Ρεούση, ο πόλεμος του "ίμερου". Ο "ίμερος" κι ό,τι αυτός κρύβει στον συμβολισμό του, είναι η μεγαλοϊδεατή αξία που πάντα προσδιορίζει τον Ρεούση και τη γραφή του, κι εδώ, στα "Σμπαράλια", είναι αυτό πλέον καταφανέστατο. Στη τροχιά που ο καθένας μας κάνει γύρω από τον άξονα της Γης, παίρνει μαζί του αυτό που τον χαρακτηρίζει-στη δική του τροχιά ο Ρεούσης, παίρνει από το χέρι τον "ίμερο" και τα κάνει όλα "Σμπαράλια". Δίχως να ελπίζει σε τίποτα, χαρίζει ελπίδα στο απέλπιδο. /Θ.Δ.Τυπάλδος
όπως ελάχιστα
κοιμότανε
κι ανήσυχος ο
Ύπνος
συναντούσε πάντοτε
τον αδερφό του
Θάνατο
σιωπηλοί φουρμένοντας
σε υγρασμένα μάτια
το δίπολο ξύπνημα
της ερημιάς

Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2018

ΑΛΕΞΙΚΕΡΑΥΝΟ


   Σήμερα στην Πάτρα, ο καιρός είναι νεφελώδης…
   Σήμερα στην Πάτρα, ο καιρός έχει στο μενού του καταιγίδες…
   Κεραυνοί εξαπολύουν σφοδρή επίθεση κατά των πολιτών της Πάτρας. Πέφτουν μανιασμένα πάνω στα κεφάλια των σπιτιών και στα κεραμίδια των ανθρώπων. Έντρομοι οι διαβάτες τρέχουν αλαφιασμένοι δεξιά κι αριστερά… Παντού κεραυνοί, παντού μαστίγια βροχής και οβίδες από χαλάζι, χτυπούν τα φρύδια των αγαλμάτων κι εκείνα, πέφτουν στο έδαφος, γκελλάρουν και σηκώνονται και πάλι ψηλά, λικνίζονται και ηδονίζονται μέσα στης καταιγίδας τους οργασμούς! Τι όμορφα που έρχεται το τέλος πριν ακόμη ανακαλύψουμε την αφετηρία. Κάρτες ταρώ στροβιλίζονται προς τα πάνω. Η εικόνα μιας αποσύνθεσης με γαλανά σκέλη – τι όμορφα που κεντράρουμε το τίποτα της οδύνης, εκείνο το τίποτα που ο Tzara έθεσε σε λειτουργία πριν έναν αιώνα, τώρα, γίνεται μια άμεση πραγματικότητα εντός μιας άμεσης πραγματικότητας.
   Να όμως: Ένα αλεξικέραυνο ξεπετάγεται από το υπέδαφος! Ένα αλεξικέραυνο όχι αόρατο μα μη ορατό, υψώνεται, θεριεύει, πολεμά. Ο πόλεμός του, πόλεμος δικαιοσύνης, πόλεμος ανέκφραστος που εκφράζει όλα όσα κανείς ποτέ δεν θα μπορέσει να τιθασεύσει. Ο καιρός σήμερα ακουμπάει την τρέλα του αποδιωγμένου, του καταραμένου. Ζωγράφοι συνωστίζονται στο υψηλότερο σημείο της Πάτρας. Παρατηρούν και ζωγραφίζουν το μη ορατό αλεξικέραυνο. Στη συνέχεια κι αφού καταφέρνουν να αποδώσουν αυτό που δεν αποδίδεται ούτε από σχήματα ούτε από χρώματα, αρχίζουν και κατασπαράζουν ο ένας τον άλλον. Οι κάρτες ταρώ, τώρα έχουν φτάσει πάνω από τα υδάτινα σύνορα Πατραϊκού – Κορινθιακού κόλπου. Συναντούν τρικυμίες και συγκρούσεις πλοίων. Συμμετέχουν κι αυτές στον παροξυσμό που έχει καταβάλει τα πάντα. Το αλεξικέραυνο χαμογελά στους ανέμους.
   Συνεχίζεται η οργή των καιρικών φαινομένων. Μια δημοσιογράφος που προσπαθεί να καλύψει τα ακραία αυτά φαινόμενα, δέχεται μια ριπή κεραυνού κατευθείαν στο μέτωπο, με αποτέλεσμα, να καούν τα ρούχα της και γυμνή, πεθαίνει πάνω σ’ ένα τραγούδι:

   «Χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία…»*
  
   «Μικρή μου αγάπη, σήμερα ο καιρός είναι λίγο άστατος. Πάρε μαζί σου το παλτό από το χέρι του Δία και όρμησε πάνω στα σύννεφα, πάνω στον ουράνιο θόλο. Μικρή μου αγάπη, όμορφη σαν το τομάρι του αυγερινού και σαν της ημέρας τα υπολείμματα. Μικρή μου αγάπη, σ’ αγαπώ μέσα από κατακλυσμούς και μέσα απ’ τον πρωκτό του χιονιού. Ξέρεις καλύτερα απ’ όλους τι σημαίνει η λέξη ‘απόρριψη’ και τι σημαίνει η βροχή πάνω στις σχισμές του ονείρου. Σ’ αγαπώ ενώ βρέχομαι, σ’ αγαπώ καθώς η αστραπή, βγάζει βόλτα τους μύθους και τις επιθυμίες».
   Σηκώνεται αέρας – τυφώνες κι αμμοθύελλες προσκρούουν πάνω στις λεύκες. Μία αράχνη στρέφει την κοιλιά της προς τον αχανή ήλιο μιας παρεκτροπής. Όλοι οι κάτοικοι έχουν παραδώσει το πνεύμα τους και αναμένουν το αντίτιμο της υπερθέρμανσης του κλίματος: Φτιάξτε τα υπόγεια στα ρετιρέ και πετάξτε τα ρετιρέ στα τραπέζια των πτωχών! Μετατρέψτε τις έκδηλες αναθυμιάσεις του Ωρίωνα σε πρόσχαρες ομοβροντίες ευφορίας! Ο καιρός αλλάζει, οι άνθρωποι πεθαίνουν – ο καιρός αλλάζει, οι άνθρωποι γεννιούνται!

   Ο καιρός, έχει τις μαύρες του πάνω από την Πάτρα…
   Μόνο η υπερπραγματικότητα μπορεί να μας σώσει…
   Μην χτυπάτε τα τζάμια των αυτοκινήτων παρά μόνο, αν είναι ώρα κοινής ησυχίας…
   Για να μην το ξεχάσω, οι κάρτες ταρώ έφτασαν στην Αθήνα στις 3.15 μμ. Καλώς όρισες θυμωμένε στοχαστή. Η πατρίδα ευγνωμονούσα, κατασκευάζει μη ορατά αλεξικέραυνα σε όλη την επικράτεια. Η γιορτή συνεχίζεται αδιάκοπη, αστείρευτη, απρόσμενα υπέροχη!

*Νίκος Καββαδίας, Γυναίκα    


-Θ.Δ.Τυπάλδος-

φώτο: Leonora Carringhton, The Magical World of the Mayas, 1964